Totale betekenis in het grieks

In het Grieks - Nederlands woordenboek ga jij uitdrukkingen met vertaling, voorbeelden, uitspraak en afbeeldingen vinden. De vertaling gaat snel en bespaart je tijd. Deze kosteloze service van Google kan woorden, zinnen en pagina's onmiddellijk vertalen tussen het Nederlands en meer dan andere talen.
  • Totale betekenis in het grieks In het Grieks kreeg het daarentegen de betekenis van een duidelijk afgebakende tijdsduur “en dus” bestaan / de wereld “. Dus de letterlijke betekenis hiervan in het Grieks is” voor de totale levensduur van alle generaties “, of” voor de totale levensduur van alle werelden “.
  • totale betekenis in het grieks

    Συνολική σημασία

    συνολική, γενική εντύπωση ουσ θηλ ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους. Individually the performances were nothing special, but taken together the total effect was stunning. που υπολογίζεται ως σύνολο και όχι τμηματικά ή μερικά (συνολικός λογαριασμός ‖ συνολική παρουσίαση του κυβερνητικού προγράμματος ‖ συνολική δαπάνη) (Έχει αντίθετα) γενικός: Επίθ.
    Συνολική σημασία Ο όρος αναφέρεται στη συνολική συναισθηματική υγεία ενός ατόμου και στην ικανότητα να περιηγείται και να διαχειρίζεται αποτελεσματικά τα συναισθήματα στην καθημερινή ζωή.
    συνολική σημασία

    Πλήρης έννοια

    ⮡ πλήρης ημερών: για κάποιον που έζησε μέχρι τα βαθιά του γεράματα (μεταφορικά) πλήρης χαράς; ολοκληρωμένος, χωρίς ελλείψεις ≈ συνώνυμα: κομπλέ; στον υπέρτατο βαθμό ≈ συνώνυμα: μέγιστος. πλήρης επίθ: κορεσμένος επίθ: comprehensive, fully comprehensive adj (insurance: covers most risks) πλήρης επίθ: A comprehensive insurance policy includes cover against theft and accidental damage. replete with sth adj + prep (full of) γεμάτος από κτ, πλήρης από κτ επίθ + πρόθ.
    Πλήρης έννοια Λέξη: πλήρης (Το μεγαλύτερο λεξικό Συνωνύμων - Αντιθέτων) Δείτε και: Κλίση Αρχαίας lsj Αρχ. Ελλην. Γραμματεία Κλίση Νέας Γνωμικά κ.ά. Ομόρριζα Λεξικά Δημοτικού Ετυμολογία: [πλήρης < πίμπλημι].
    πλήρης έννοια

    Ολική ερμηνεία

    ολική. ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, θηλυκού γένους του ολικός. Λέξη: ολική (Το μεγαλύτερο λεξικό Συνωνύμων - Αντιθέτων) Δείτε και: Κλίση Αρχαίας LSJ Αρχ. Ελλην.
    Ολική ερμηνεία Αν κάθε στοιχειώδης πρόταση στη θεωρία έχει μια αντιστοίχιση περιεχομένου, η σχέση καλείται ολική ερμηνεία, αλλιώς καλείται μερική ερμηνεία.
    ολική ερμηνεία

    Συνολική ερμηνεία

    Στη θεωρία των Ιδεών στηρίζει ο Πλάτων τη συνολική ερμηνεία του της πραγματικότητας. Ο Πλάτων δεν έχει καμία εμπιστοσύνη στα δεδομένα των αισθήσεων. Παρουσιάστε την ερμηνεία αντικειμενικά, με βάση τα αποδεικτικά στοιχεία και τα δεδομένα που συλλέχθηκαν. Αποφύγετε προσωπικές προκαταλήψεις ή υποκειμενικές απόψεις.
    Συνολική ερμηνεία που υπολογίζεται ως σύνολο και όχι τμηματικά ή μερικά (συνολικός λογαριασμός ‖ συνολική παρουσίαση του κυβερνητικού προγράμματος ‖ συνολική δαπάνη) (Έχει αντίθετα) γενικός: Επίθ.
    συνολική ερμηνεία